22/2/10

Ο Χαλκιδικιώτης αγωνιστής της Επανάστασης Βασίλης Αθανασίου



Μπορεί η επανάσταση του 1821 στη Χαλκιδική να είχε ατυχή έκβαση, εντούτοις η προσωπογραφία των αγωνιστών της εποχής έχει να υποδεχθεί μία πληθώρα ανδρών της Χαλκιδικής, οι οποίοι ενίσχυσαν τον επαναστατικό στρατό σε κάθε σημείο του ελλαδικού χώρου.
Η έρευνα για τη δράση του αξιωματικού Β. Αθανασίου (από τα Ριζά Χαλκιδικής) έχει αφετηρία τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και αποτελεί μια προσπάθεια να ενισχυθεί η τοπική ιστορία στην εποχή της Επανάστασης. Για το σκοπό αυτό με την ενίσχυση της Νομαρχίας Χαλκιδικής και του Πολιτιστικού Οργανισμού Χαλκιδικής έχουν πραγματοποιηθεί από τον γράφοντα ερευνητικές αποστολές σε Κρήτη, Αθήνα και Λαμία, όπου μελετήθηκε σχετικό αρχειακό υλικό.
Η προσπάθεια δεν έχει ολοκληρωθεί, επειδή η μελέτη του αρχειακού υλικού στα Γενικά Αρχεία του Κράτους είναι ιδιαίτερα επίπονη.


11/2/10

Ειδήσεις με συντομία

* ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΓΑΜΟΣ στο Νεοχώρι. Ο Ανδρέας Βαλοδήμος νυμφεύτηκε την Κωνσταντίνα Μακαβού από το γειτονικό Παλαιοχώρι, στις 14 Φεβρουαρίου. Κατάμεστη η εκκλησία από τους καλεσμένους. Τις ευχές μας για μία καλή οικογένεια.
* 10 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ: Βρέχει καταρρακτωδώς όλη μέρα. Η τοπική τηλεόραση ανέφερε πλημμύρες στηv ύπαιθρο Μ. Παναγίας, Γοματίου, Στρατωνίου και στην νότιο Χαλκιδική.
* ΟΛΑ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ότι οι αποκριάτικες εκδηλώσεις, οι οποίες στο παρελθόν διοργανώνονταν στο Νεοχώρι, δεν θα γίνουν φέτος, επειδή δεν υπάρχει ενδιαφέρον από καρναβαλιστές.
* ΓΙΑ ΕΚΕΙΝΟΥΣ που θα θελήσουν να διασκεδάσουν με λαϊκή μουσική το βράδυ του Σαββάτου (13 Φεβρ.), μπορούν να συναντηθούν με την παρέα τους στο cafe ΚΑΘ'ΟΔΟΝ.
* ΕΦΥΓΕ από κοντά μας τον Ιανουάριο ο Ιωάννης Μπάλας, ο οποίος γεννήθηκε στη Σκλάταινα Καρδίτσας το 1925. Διέμενε στο Νεοχώρι νυμφευμένος με τη Μαρία Τσελεπή, με την οποία είχε αποκτήσει δύο τέκνα.

10/2/10

Στα λευκά το Νεοχώρι

Η καλοκαιρία που ζήσαμε στα τέλη του 2009 είναι πια μία ανάμνηση, η οποία ανασαίνει πίσω από το κρύο τζάμι του σπιτιού. Η είσοδος του νέου χρόνου στόλισε την καθημερινότητά μας με βαρυχειμωνιά.
Το χιόνι το οποίο σκέπασε το Νεοχώρι τη νύχτα της 7ης Φεβρουαρίου ήταν το πιο γοητευτικό για όσους λατρεύουν το χώρο. Το βουνό του Προφήτη Ηλία ήταν πανέμορφο!

3/2/10

Ιστορικά δεδομένα Νεοχωρίου


1. Τουρκοκρατία
Το Νεοχώρι βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα της Χαλκιδικής, μεταξύ των χωριών Παλαιοχώρι και Στάγειρα. Σύμφωνα με τις έως σήμερα γνωστές πηγές πρόκειται για ένα χωριό, που ήταν ήδη σε ύπαρξη κατά τους πρώιμους χρόνους της οθωμανικής κυριαρχίας, αφού μνημονεύεται ήδη το 1489 σε έγγραφο της μονής Κωνσταμονίτου του Αγίου ΄Ορους.
Η παρουσία του χωριού στο μεταλλευτικό χώρο των Σιδηροκαυσίων καθόρισε την εν γένει εξέλιξή του. Μια περίπτωση αυτής της αλληλουχίας είναι και η εγκατάσταση σε αυτό σλαβόφωνων κατοίκων (αρχές 16ου αιώνα;), τους οποίους μετέφερε το οθωμανικό Κράτος, για να ενισχύσει την παραγωγή του Μεταλλείου.
Η τύχη του σλαβόφωνου πληθυσμού στο Νεοχώρι δεν μπορεί να αναλυθεί με σαφήνεια, επειδή οι πηγές της εποχής σιωπούν. Στο παρελθόν έγιναν κάποιες εκτιμήσεις προς την κατεύθυνση αυτή με μοναδικό κριτήριο ένα έγγραφο του 1640, το οποίο παρουσίαζε έντονα στοιχεία της σλαβικής παρουσίας στο Νεοχώρι. Προφανώς η αλήθεια έχει διαφορετική όψη, η οποία και αποδεικνύεται από το τοπωνυμικό του χωριού, στο οποίο τα σλαβικά τοπωνύμια δεν έχουν καν διψήφιο αριθμό σε ένα σύνολο περίπου 250 τοπωνυμίων.
Το Νεοχώρι αναπτύχθηκε σε μια μικρή διοικητική περιφέρεια, η οποία ήταν και η μικρότερη των όμορων χωριών. Προ του 18ου αιώνα η στενότητα αυτή ήταν περισσότερο έντονη. Στα ΒΑ βρισκόταν τα λιβάδια του χωριού Πιάβιτσα, τα οποία αν δεν τα νέμονταν οι μεταλλωρύχοι της τα ενοικίαζαν ή τα πουλούσαν για τη βοσκή μοναστηριακών κοπαδιών. Βόρεια και νότια υπήρχαν οι ορεινοί όγκοι, που αποτελούσαν συνοριακές γραμμές με τα χωριά Βαρβάρα και Μεγάλη Παναγία αντίστοιχα, ενώ πολύ κοντά βρισκόταν το παλαιότερο Παλαιοχώρι, το οποίο νέμονταν τα λιβάδια, που κυριαρχούσαν στα δυτικά του Νεοχωρίου. Αξιοσημείωτη ήταν και η παρουσία των μονών Χιλανδαρίου και Ιβήρων, οι οποίες κατείχαν εκτάσεις στα βορειοδυτικά και ανατολικά σύνορα του χωριού αντίστοιχα.
Η στενότητα χώρου, που κυριαρχούσε στο Νεοχώρι τους αιώνες αυτούς της Τουρκοκρατίας, φαίνεται ότι βρήκε τη λύση της, όταν το χωριό Πιάβιτσα εγκαταλείφθηκε εξαιτίας της φθίνουσας πορείας της μεταλλευτικής παραγωγής (17ος αι.) και οι εκτάσεις του πουλήθηκαν ή και πέρασαν με διάφορους τρόπους σε άλλους. Οι γραπτές πηγές μαρτυρούν αυτή την αλλαγή ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν καταγράφεται η κατοχή λιβαδιών της Πιάβιτσας από Νεοχωρίτες.
Μεγάλη ανατροπή στην ιστορία του τόπου ήρθε κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, όπου το Νεοχώρι καταστράφηκε από τον τουρκικό στρατό. Η εγκατάλειψη του χωριού από τους κατοίκους προκάλεσε αλλαγές στη σύσταση του πληθυσμού. Δεν είναι εύκολο να προσδιορισθεί πόσοι επέστρεψαν στον κατεστραμμένο οικισμό και πόσοι έφυγαν για πάντα βρίσκοντας μία νέα πατρίδα στις Β. Σποράδες, στην Στερεά Ελλάδα ή σε άλλες περιοχές της Μακεδονίας.
Η ανανέωση του πληθυσμού του χωριού δεν φαίνεται να αντιμετώπισε δυσκολίες στην πραγματοποίησή της. Ο χώρος των Μαντεμοχωρίων διέθετε ελευθερία κινήσεων, εργασιακές ευκαιρίες (μεταλλεία, κτηνοτροφία) και άμεση πρόσβαση στο ΄Αγιον ΄Ορος - παράγοντες που βοήθησαν ο τόπος να υποδεχθεί εποίκους από παντού. Σημαντικός όμως ήταν ο ερχομός κατοίκων της γειτονικής Χωρούδας (Βαλοδήμος, Χιούτης, Ψυχούλας, Γερακούδης, Χωρούδας κ. ά.), οι οποίοι μετά την μετεπαναστατική ερήμωση του χωριού τους διασκορπίστηκαν στα πλησιέστερα γι’ αυτούς χωριά (Στρατονίκη, Νεοχώρι και Στάγειρα). Φαίνεται ότι ο αριθμός τους ήταν σημαντικός, γιατί τη δεκαετία του 1850, που ανοικοδομούνταν ο ενοριακός ναός του Νεοχωρίου, απαίτησαν και τελικά πέτυχαν την μετονομασία του από Προφήτης Ηλίας σε ΄Αγιος Γεώργιος.
Κοντά σε όλους αυτούς, στο β΄ μισό του 19ου αιώνα, ήρθαν να μείνουν και εκείνοι που δημιούργησαν τις οικογένειες Τάκου, Μπεχλιβανάκη, Βαλμά, Γκάτζιου, Κούτμα, Παντοκράτορα, Ντέκου, Μαλανδρή, Τάσιου, Ζάπρη, Χαλκιά, Παυλάτου, Σαμαρά, Νάνου, Παπαθανασίου κ. ά. ΄Ολοι αυτοί, «ξένοι» και εγχώριοι, βοήθησαν στην ανάπτυξη του τόπου μέσα από το οικογενειακό και επαγγελματικό τους περιβάλλον.
Το όνομα του χωριού κατά τους οθωμανικούς χρόνους στα μεν οθωμανικά έγραφα συναντάται με το τουρκικό Yeniköy (‘Νεοχώρι’), στα δε ελληνικά με το σλαβικό Novoselo (‘Νεοχώρι’). Η κυριαρχία του σλαβικού Νοβοσέλο θα μπορούσε να αιτιολογηθεί από τον εποικισμό των σλαβόφωνων εργατών (16ος αιώνας), οι οποίοι πιθανόν υπερτέρησαν των εγχωρίων κατοίκων, αλλά και από την παρουσία της σερβικής μονής Χελανδαρίου, που διατηρούσε εκτάσεις στην περιοχή. Την διάδοση του σλαβικού τοπωνυμίου στην περιοχή βοήθησε και η ύπαρξη σλαβόφωνων εποίκων, που διέμεναν στα χωριά του Μεταλλείου [...] Το ελληνικό τοπωνύμιο Νεοχώρι εμφανίζεται στις πηγές στα τέλη του 19ου αιώνα, ως αποτέλεσμα της εθνικής αφύπνισης και της αντίστασης στο Βουλγαρισμό, που επήλθε μέσω της Παιδείας των κατοίκων.
2. Μετά την Απελευθέρωση (1912)
Τον Νοέμβριο του 1912 με την αποχώρηση του τουρκικού στρατού από τον χώρο της Χαλκιδικής, το Νεοχώρι εντάχθηκε στο Ελληνικό Κράτος και ακολούθησε την πορεία του. Ο πληθυσμός του ήταν περίπου 850 κάτοικοι, οι οποίοι ήταν συνδεδεμένοι με τα μεταλλεία, την υλοτομία, την κτηνοτροφία και την γεωργία.
Το 1914 οι γυναίκες του χωριού σύστησαν ένα σωματείο, το οποίο προόδευσε μέχρι το 1926. Το σωματείο, εκτός του ότι βοήθησε τον Ελληνικό Στρατό με την αποστολή ρουχισμού, έκτισε το έτος 1920 το εξωκκλήσι του Αγίου Δημητρίου. Επαναδραστηριοποίηση των γυναικών παρατηρήθηκε στα 1932, όταν ιδρύθηκε η «΄Ενωσις Ελληνίδων Νεοχωρίου» χάρη στην σοσιαλδημοκράτισσα Αθηνά Γαϊτάνου - Γιαννιού.
Ο πόλεμος της Μικράς Ασίας οδήγησε περίπου 40 Νεοχωρίτες στο μέτωπο ενάντια στους Τούρκους. Από αυτούς οι Δημήτριος Αγράγγελος, Αθανάσιος Ζάπρης, Αστέριος Ν. Καραντώνας, Δημοσθένης Παπαργυρίου, Λεωνίδας Τσελεπής δεν επέστρεψαν ποτέ πίσω στο Νεοχώρι[...]
Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος την περίοδο 1940-41 δοκίμασε για μια ακόμη φορά το ΄Εθνος. Πολλοί Νεοχωρίτες αναμετρήθηκαν στο μέτωπο όχι μόνο με τον εχθρό, αλλά και με άλλες καταστάσεις, όπως η πείνα και το ψύχος. Οι θάνατοι των Νεοχωριτών Απόστολου Δεσποινούδη (Κλεισούρα, 1941) και του Γεωργίου Σούστα (Αθήνα, 1941) δεν έπαψαν να τιμούνται με στεφάνι στο ηρώο του χωριού, αγγίζοντας συνάμα κι εκείνους, που επέστρεψαν ζωντανοί μετά από πολύμηνες ταλαιπωρίες στο μέτωπο.
Η γερμανική εισβολή που ακολούθησε όσο κι αν προσπάθησε να φανεί ανώδυνη στους κατοίκους, δεν μπόρεσε να αποκρύψει το μίσος των συμμάχων της Βουλγάρων, οι οποίοι το 1944 πυρπόλησαν οικίες στο Νεοχώρι, σε αντίποινα κάποιας ενέδρας αντιστασιακών σε βουλγαρικό απόσπασμα.
Η ταραχώδης δεκαετία του 1940 έδυσε με τον Εμφύλιο σπαραγμό, ο οποίος ταλαιπώρησε την τοπική κοινωνία με τις ιδεολογικές αντιπαλότητες, την τρομοκρατία και την απώλεια προσώπων. ΄Ετσι τη δεκαετία του 1950 ξεκίνησε μια νέα αρχή για όλους. Κτίστηκε ξανά το εξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία (Παλιοκκλησιά), το οποίο σύμφωνα με μοναστηριακά έγγραφα υπήρχε το 1620, ενώ η νεολαία του χωριού έδωσε θεατρικές παραστάσεις και εκτός Νεοχωρίου με το έργο του Κορομυλά «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας» (1954).
Το 1963 το Νεοχώρι ηλεκτροδοτήθηκε για πρώτη φορά, αλλά αυτό δεν απέτρεψε τη μετακίνηση των κατοίκων προς τα αστικά κέντρα και κυρίως την Θεσσαλονίκη. Η επιλογή αυτή ακολουθείται και στη σύγχρονη εποχή για επαγγελματικούς λόγους και όταν η μεταλλευτική δραστηριότητα φαίνεται να αντιμετωπίζει προβλήματα. Δρόμος φυγής των νέων σε ηλικία κατοίκων (προσωρινός στην αφετηρία του) μπορούν να θεωρηθούν και οι σπουδές στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, οι οποίες στη συνέχεια συνοδεύονται με παραμονή μακριά από τη γενέτειρα.
Η λειτουργία νέου μεταλλείου στην Ολυμπιάδα, αλλά και οι νέες εξορύξεις της μεταλλευτικής εταιρείας του Ιουλιανού Χάντερ στην περιοχή μεταξύ Νεοχωρίου και Σταγείρων έστρεψαν τους κατοίκους προς τα μεταλλεία. Υπήρχε όμως τμήμα του πληθυσμού που ασχολούνταν με την υλοτομία, την κτηνοτροφία και την γεωργία. Στην τελευταία η παραγωγή των κόκκινων φασουλιών γνώρισε εμπορική επιτυχία και δίκαια οι κάτοικοι έλαβαν ως παρωνύμιο το όνομα των οσπρίων. Φήμη όμως απέκτησαν και οι βοδάδες από το Νεοχώρι, οι οποίοι εργαζόταν στη συρτή μεταφορά της ξυλείας με βόδια.
Το σημερινό Νεοχώρι των 850 κατοίκων (απογραφή 2001) έχει να επιδείξει σε συλλογικό επίπεδο την καλλιέργεια χριστουγεννιάτικων δένδρων, η οποία από τη δεκαετία του 1990 αναδεικνύεται ιδιαίτερα επιτυχής σε πανελλαδικό επίπεδο. Οι παραδοσιακοί παράγοντες οικονομίας του τόπου (υλοτομία, κτηνοτροφία, γεωργία) δεν έλκουν το ενδιαφέρον των νέων κατοίκων και η εργασιακή δύναμη του χωριού μετατοπίζεται σε άλλους τομείς.

(Απόσπασμα από το βιβλίο τού Κ. Χιούτη "ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΕΚΜΗΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΝΕΟΧΩΡΙ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ", έκδ. Πολιτιστικού Συλλόγου Νεοχωρίου, Θεσσαλονίκη 2006, σσ. 11-14)